Τέμπερα
Τεχνική κατά την οποία η σε κατάσταση σκόνης χρωστική ουσία ανακατεύεται με κάποιο άλλο υλικό - συνήθως κρόκο αυγού - για να δέσει, αραιώνεται με νερό, και απλώνεται σε ένα στρώμα από γύψο (γκέσο). Το αποτέλεσμα είναι ένα αδιαφανές, σταθερό και γρήγορα στο στέγνωμα χρώμα, που γίνεται απαλότερο όταν ξεραθεί. Ως το 15ο αιώνα, η τέμπερα κυριαρχούσε στη ζωγραφική σε σανίδι. Στην περίοδο από τις αρχές του 14ου ως τα μέσα περίπου του 16ου αιώνα, χρησιμοποιούσαν επίσης ευρύτατα και μια μικτή τεχνική, που στηριζόταν στο «πέρασμα» της τέμπερας από ένα στρώμα λαδιού. Η μικτή αυτή τεχνική αποτέλεσε τον πρόδρομο της ελαιογραφίας, που σιγά-σιγά την εκτόπισε λόγω των πολύ μεγαλύτερων δυνατοτήτων της, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τη χρήση του ιμπάστο. Στον 20ο αιώνα, παρατηρήθηκε μια κάποια τάση για αναβίωση και χρησιμοποίηση και πάλι της τέμπερας.