Μανιερισμός
Όρος που αναφέρεται: α) σε κάθε είδους εκζήτηση στο ύφος και β) ειδικότερα στην ιταλική ζωγραφική, γλυπτική και αρχιτεκτονική της περιόδου ανάμεσα στην Ακμή της Αναγέννησης και το Μπαρόκ. Στην αρχιτεκτονική, η διαφορά από την Αναγέννηση έγκειται στην συνειδητή αντιπαράθεση προς τους κλασικούς κανόνες (με στόχο την ασυμφωνία και την ένταση αντί της αρμονίας και της ηρεμίας), ενώ από το Μπαρόκ στη δημιουργία μιας αίσθησης αμφισημίας και ανησυχίας μάλλον παρά σφρίγους και αυτοπεποίθησης (μέσω της μη συγχώνευσης των επιμέρους στοιχείων σε μια ενιαία, δυναμική γραμμή). Οι τάσεις αυτές στην αρχιτεκτονική, που εκδηλώνονται για πρώτη φορά με τον προθάλαμο του Μιχαήλ Άγγελου στη Λαυρεντιανή Βιβλιοθήκη της Φλορεντίας (1523), χαρακτηρίζουν, στο μεγαλύτερό του μέρος, το έργο των Τζούλιο Ρομάνο, Αμανάτι, Λιγκόριο, Μπουονταλέντι και Βινιόλα, καθώς και την αγγλική και γαλλική αρχιτεκτονική των αμέσως επόμενων χρόνων. Σε ότι αφορά τη ζωγραφική, ήδη στο έργο του Μιχαήλ Άγγελου παρατηρείται μια τάση προς τους νεωτερισμούς και τη διέγερση του θεατή, που θα οδηγήσει στις επιτηδευμένα επιμηκυνμένες ή σε περίεργες στάσεις μορφές, τις ασύμμετρες συνθέσεις με μεγάλες διαφορές κλίμακας και τα «τραχιά» χρώματα. Παρ’ όλο ότι οι Μιχαήλ Άγγελος (στα τελευταία έργα), Τιντορέτο και Ελ Γκρέκο μπορούν να θεωρηθούν «πατέρες» του Μανιερισμού, η κυριαρχία του νέου αυτού ύφους είναι περισσότερο φανερή στα έργα ζωγράφων και γλυπτών όπως ο Παρμιτζιανίνο, ο Ρόσο, ο Ποντόρμο, ο Ντανιέλε ντα Βολτέρα, ο Νικολό ντελ Αμπάτε, ο Μπροντζίνο, ο Τσελίνι και το Τζοβάνι ντα Μπολόνια.